Το φυτό Jute, corchorus olitorius αποτελεί μία από τις κυριότερες πηγές κατασκευής χαρτιού.
Η ονομασία του οφείλεται στον Πλίνιο, έχουμε όμως προγενέστερη αναφορά στον Αριστοφάνη.
Στην κωμωδία του "Σφήκες" στο στίχο 230 γράφει
ἥβης ἐκείνης ἡνίκ᾽ ἐν Βυζαντίῳ ξυνῆμεν
φρουροῦντ᾽ ἐγώ τε καὶ σύ: κᾆτα περιπατοῦντε νύκτωρ
τῆς ἀρτοπώλιδος λαθόντ᾽ ἐκλέψαμεν τὸν ὅλμον,
κᾆθ᾽ ἥψομεν τοῦ κορκόρου κατασχίσαντες αὐτόν.
τοτε στα νιάτα μας, όταν ήμαστε φρουροί στο Βυζάντιο,
που κλέψαμε τη σκάφη της φουρνάρισας
και τη βάλαμε προσάναμα να βράσουμε τις ξινολαχανίδες
Αναφορά υπάρχει επίσης στη φυσική ιστορία του Θεόφραστου [7.7.2]
Ο κόρχορος λοιπόν φύτρωνε και στο Βυζάντιο *, ήταν ένα ευτελές λαχανικό που έβραζε στο τσουκάλι στην αυλή.
Αν μια φορά γινόταν η ζημιά, τα παιδιά που έπαιζαν γύρω από το τσουκάλι να ρίξουν δυο χούφτες στάχτη μέσα, η μάνα τους θα τα ξυλοφόρτωνε, θα έχυνε κάπου στην άκρη της αυλής το βρωμισμένο φαγητό και, την άλλη μέρα θα έβλεπε ένα αραχνούφαντο πέπλο χαρτιού.
Η στάχτη, με τα άλατα καλίου και νατρίου που περιέχει, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται για να λεπτύνουν και να ξεμπλεχτούν οι ίνες του από τα κλαδάκια του φυτού και να πλέξουν τον ιστό του χαρτιού.
Να φανταστεί κανείς πώς θα είχε αλλάξει η ιστορία του κόσμου αν οι Ελληνες της κλασσικής περιόδου είχαν ανακαλύψει το χαρτί.
Δεν συνέβη όμως, ούτε κατά λάθος...
*υπήρχε και η σχετική παροιμία "ώσπερ κόρχορος εν λαχάνοισι" που διασώζεται στο λεξικό των βυζαντινών χρόνων SUIDAE
Η ονομασία του οφείλεται στον Πλίνιο, έχουμε όμως προγενέστερη αναφορά στον Αριστοφάνη.
Στην κωμωδία του "Σφήκες" στο στίχο 230 γράφει
ἥβης ἐκείνης ἡνίκ᾽ ἐν Βυζαντίῳ ξυνῆμεν
φρουροῦντ᾽ ἐγώ τε καὶ σύ: κᾆτα περιπατοῦντε νύκτωρ
τῆς ἀρτοπώλιδος λαθόντ᾽ ἐκλέψαμεν τὸν ὅλμον,
κᾆθ᾽ ἥψομεν τοῦ κορκόρου κατασχίσαντες αὐτόν.
τοτε στα νιάτα μας, όταν ήμαστε φρουροί στο Βυζάντιο,
που κλέψαμε τη σκάφη της φουρνάρισας
και τη βάλαμε προσάναμα να βράσουμε τις ξινολαχανίδες
Αναφορά υπάρχει επίσης στη φυσική ιστορία του Θεόφραστου [7.7.2]
Ο κόρχορος λοιπόν φύτρωνε και στο Βυζάντιο *, ήταν ένα ευτελές λαχανικό που έβραζε στο τσουκάλι στην αυλή.
Αν μια φορά γινόταν η ζημιά, τα παιδιά που έπαιζαν γύρω από το τσουκάλι να ρίξουν δυο χούφτες στάχτη μέσα, η μάνα τους θα τα ξυλοφόρτωνε, θα έχυνε κάπου στην άκρη της αυλής το βρωμισμένο φαγητό και, την άλλη μέρα θα έβλεπε ένα αραχνούφαντο πέπλο χαρτιού.
Η στάχτη, με τα άλατα καλίου και νατρίου που περιέχει, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται για να λεπτύνουν και να ξεμπλεχτούν οι ίνες του από τα κλαδάκια του φυτού και να πλέξουν τον ιστό του χαρτιού.
Να φανταστεί κανείς πώς θα είχε αλλάξει η ιστορία του κόσμου αν οι Ελληνες της κλασσικής περιόδου είχαν ανακαλύψει το χαρτί.
Δεν συνέβη όμως, ούτε κατά λάθος...
*υπήρχε και η σχετική παροιμία "ώσπερ κόρχορος εν λαχάνοισι" που διασώζεται στο λεξικό των βυζαντινών χρόνων SUIDAE