μακαράς ο (ουσιαστικό)
[ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :μακαρα (τουρκ. λ. makara. = κουβαρίστρα)]
το καρούλι
η κουβαρίστρα
http://www.youtube.com/watch?v=zn1l0Cdz-Us&feature=related
Ο έρωτάς σου μια πληγή και τρεις κραυγές
στα κόντρα σκούζει ο μακαράς καθώς τεζάρει
Θαλασσοκόρη του βυθού χίλιες οργιές
του Ποσειδώνα εγώ σε κέρδισα στο ζάρι
[Νίκου Καββαδία, ΑΝΤΙΝΟΜΙΑ]
Πολλές φορές, αν όχι πάντα, είναι μοναδικό και αναντικατάστατο εργαλείο.
ο μακαράς από τη διάσωση των εγκλωβισμένων στη Χιλή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου